- αντίσιγμα
- το (Α ἀντίσιγμα)(Γραμμ.) στραμμένο προς τα αριστερά σίγμα, που το χρησιμοποιούσαν οι αρχαίοι γραμματικοί στην κριτική των κειμένων για να δηλώσουν το αναγκαίο της μετάθεσης ή την ταυτολογία στίχων.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
ἀντίσιγμα — sigma reversed neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Sampi — This article is about the letter. For other uses, see Sampi (disambiguation). Greek alphabet Αα … Wikipedia
Αμάλντι, Εντουάρντο — (Edoardo Amaldi, Καρπενέτο Πιατσεντίνο, Ιταλία 1908 – Ρώμη 1989).Ιταλός φυσικός, γιος του μαθηματικού Ούγο Αμάλντι. Καθηγητής της πειραματικής φυσικής στο πανεπιστήμιο της Ρώμης από το 1937, ανήκε στη λεγόμενη ομάδα Φέρμι η οποία, με επικεφαλής… … Dictionary of Greek